Αιματουρία είναι η κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής αποβάλλει ούρα που περιέχουν αίμα.
Τα αίτια αυτής της κατάστασης μπορεί να είναι εκτός ουροποιητικού συστήματος (όπως αιμορραγικές διαθέσεις, δρεπανοκυτταρική αναιμία, λήψη αντιπηκτικών φαρμάκων) αλλά συνηθέστερα η αιτία βρίσκεται εντός του ουροποιητικού. Ουσιαστικά σχεδόν όλες οι ουρολογικές και νεφρολογικές παθήσεις μπορεί να προκαλέσουν αιματουρία, όμως καμιά αιματουρία δεν πρέπει να θεωρείται αθώα και η πρώτη υποψία πρέπει πάντα να είναι κάποιο νεόπλασμα.
Ο ασθενής με αιματουρία μπορεί να μην έχει κανένα άλλο σύμπτωμα. Συχνά όμως αναφέρει πόνο κατά την ούρηση, συχνουρία, τσούξιμο, δυσκολία στην ούρηση ή αιματουρία μετά από κόπωση. Η εμφάνιση πηγμάτων αίματος στα ούρα είναι σημάδι μεγάλης αιματουρίας και χρειάζεται γρήγορη εκτίμηση και αντιμετώπιση.
Για να επιβεβαιωθεί η ύπαρξη αιματουρίας πρέπει να γίνει γενική εξέταση ούρων. Μερικές φορές το χρώμα των ούρων γίνεται «ερυθρό» από λήψη ορισμένων τροφών (παντζάρια), ή φαρμάκων (ριφαμπικίνη, παράγωγα ανθακινόνης), ή βιταμινών (Β 12) ενώ σε ασθενείς με ίκτερο τα ούρα έχουν χρώμα σαν κονιάκ. Επίσης μπορεί να έχουμε αυτόματη έξοδο αίματος από την ουρήθρα (χωρίς ούρηση) οπότε μιλάμε για ουρηθροραγία, που είναι μια διαφορετική κατάσταση από την αιματουρία. Στις γυναίκες πρέπει επίσης να διευκρινίζεται αν το αίμα προέρχεται από τον κόλπο και απλώς αναμιγνύεται με την έξοδο των ούρων.
Για να εντοπιστεί αδρά το σημείο προέλευσης της αιματουρίας ο ασθενής καλείται να ουρήσει σε τρία διαδοχικά δοχεία. Η αρχή της ούρησης συλλέγεται στο πρώτο δοχείο, η μέση της ούρησης στο δεύτερο και το τέλος της ούρησης στο τρίτο. Αρχική αιματουρία (αιματηρά ούρα μόνο στο πρώτο δοχείο) συνήθως σημαίνει αιμορραγία από την οπίσθια ουρήθρα. Τελική αιματουρία (αιματηρά ούρα στο τρίτο δοχείο) συνήθως προέρχεται από την ουροδόχο κύστη ενώ ολική αιματουρία (και στα τρία δοχεία) από το ανώτερο ουροποιητικό (νεφροί, ουρητήρες). Η διάκριση αυτή είναι τελείως αδρή και σχηματική και είναι απαραίτητος ο παραπέρα έλεγχος για την διαπίστωση του αιτίου της αιματουρίας.
Ο απαραίτητος έλεγχος μιας αιματουρίας περιλαμβάνει την κλινική εξέταση του ασθενούς, με ψηλάφηση των νεφρών και δακτυλική εξέταση του προστάτη και εργαστηριακό και ακτινολογικό έλεγχο. Βασικές εργαστηριακές εξετάσεις είναι η γενική αίματος, ουρία, κρεατινίνη, το PSA (ειδικό προστατικό αντιγόνο), γενική και καλλιέργεια ούρων, κυτταρολογική εξέταση ούρων (ή κάποια από τις νεώτερες εξετάσεις, όπως το BTA test). Το υπερηχογράφημα νεφρών, κύστεως, προστάτη αποτελεί την πρώτη απεικονιστική εξέταση που θα χρειαστεί. Η ενδοφλέβια πυελογραφία συνεχίζει να κατέχει εξέχουσα θέση στον έλεγχο μιας αιματουρίας ενώ η αξονική τομογραφία συνιστάται επί συγκεκριμένων ενδείξεων. Απολύτως απαραίτητη είναι και η κυστεοσκόπηση για τον πλήρη έλεγχο του κατώτερου ουροποιητικού που είναι η συχνότερη θέση ανάπτυξης καρκίνων. Για την αντιμετώπιση της αιματουρίας υπάρχουν ορισμένα άμεσα μέτρα. Συνιστάται η άφθονη λήψη υγρών.
Εφόσον υπάρχει λοίμωξη χορηγείται το κατάλληλο αντιβιοτικό. Σε μεγάλη αιματουρία με πήγματα χρειάζεται τοποθέτηση ουροκαθετήρα και πλύσεις κύστεως μέχρι την υποχώρηση της αιματουρίας. Αφού ολοκληρωθεί ο έλεγχος και διαπιστωθεί η αιτία της αιματουρίας μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπισή της. Συνηθέστερες αιτίες που χρειάζονται χειρουργική αντιμετώπιση είναι τα νεοπλάσματα των νεφρών, οι όγκοι της ουροδόχου κύστης και του προστάτη και η υπερπλασία του προστάτη. Η λιθίαση των νεφρών σήμερα αντιμετωπίζεται στις περισσότερες περιπτώσεις με εξωσωματική λιθοτριψία.